28.10.11

28-10-2011- Γεώργιος Παπαγιαβής - Ο γηραιότερος Αχαιός Πολιτικός καταθέτει στον “Φ” τις αναμνήσεις μιας πολυτάραχης περιόδου…


Γεώργιος Παπαγιαβής 
δεκαετία '70
Απεβίωσε στις 28/10/2011. H KHΔEIA TOY EΓINE ΣΤΙΣ 31 OKTΩBPIOY ΑΠΟ ΤΟΝ I.N. AΓIOY ANΔPEA, ΣTHN ΠATPA.
Την Παρασκευή 25/11/2011 και ώρα 7.30 μμ πραγματοποιήθηκε εκδήλωση - πολιτικό μνημόσυνο του Γεωργίου Παπαγιαβή, δικηγόρου, Βουλευτή και Υφυπουργού. Την εκδήλωση οργάνωσε ο Δικηγορικός Σύλλογος Πατρών, του οποίου ο Γεώργιος Παπαγιαβής υπήρξε μέλος, μαζί με τους παλαιούς του φίλους. Ομιλητές: ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών κ. Παπάκος και οι παλαιοί συνάδελφοί του στη Βουλή κ.κ. Βασίλης Μπεκίρης, Γρηγόρης Σολωμός, Δημήτρης Κατσικόπουλος και ο Δημήτρης Γεωργόπουλος.
-------------------------------------------------------------------------
ΜΑΪΟΣ 2007 - Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΓΙΑΒΗ ΣΤΟΝ "Φ"
Πριν αρ­κε­τό και­ρό ο «Φ» εί­χε α­πο­φα­σί­σει να πα­ρου­σιά­σει με μια α­πο­κλει­στι­κή συ­νέ­ντευ­ξη τον γηραιό­τε­ρο Α­χαιό Πο­λι­τι­κό, τον γνω­στό σε ό­λους μας Γε­ώρ­γιο Πα­πα­για­βή.
Η α­ναζή­τη­ση όμως της κα­τάλ­λη­λης α­φορ­μής α­νέ­βα­λε την ο­ρι­στι­κο­ποί­η­ση αυ­τής της συ­νέ­ντευ­ξης.
Και η α­φορ­μή ήρ­θε τον πε­ρα­σμέ­νο Νο­έμ­βριο, ό­ταν το Πα­νε­πι­στή­μιο της Πά­τρας α­πο­φά­σι­σε κα­τά την ε­πέ­τειο του Πο­λυ­τε­χνεί­ου τη διορ­γά­νω­ση μιας εκ­δή­λωσης, ό­που ο Γε­ώρ­γιος Πα­πα­για­βής, ο Πέ­τρος Κομ­μα­τάς, ο Δη­μή­τρης Κώ­ης, ο Γιάννης Κού­κος, ο Κώ­στας Γε­ωρ­γά­κης και ο Γε­ώρ­γιος Σα­μού­ρης, ή­σαν τα πρό­σω­πα που – εί­τε εν ζω­ή εί­τε θα­νό­ντα – τι­μή­θη­καν, κα­τά την διάρ­κεια ει­δι­κής εκ­δήλω­ση του Πα­νε­πι­στη­μί­ου Πα­τρών, για την προ­σφο­ρά τους στον α­ντι­δι­κτα­το­ρικό α­γώ­να στην Πά­τρα και για τους α­γώ­νες τους για την δη­μο­κρα­τί­α. Σε μια συγκι­νη­σια­κά φορ­τι­σμέ­νη α­τμό­σφαι­ρα στην αί­θου­σα τε­λε­τών του Πα­νε­πι­στη­μί­ου, 4 εν ζω­ή Πα­τρι­νοί, ξε­δί­πλω­σαν το «κου­βά­ρι» των α­να­μνή­σε­ών…
Α­μέ­σως με­τά την εκ­δή­λω­ση αυ­τή, η ε­πι­κοι­νω­νί­α με τον κ. Πα­πα­για­βή α­πέ­δω­σε καρ­πούς, ο ο­ποί­ος με χα­ρά α­πο­δέ­χθη­κε να μι­λή­σει στην ε­φη­με­ρί­δα μας.
Ο προ­βλη­μα­τι­σμός μου α­πό ε­κεί και πέ­ρα ή­ταν, ποιο θα εί­ναι το πλαί­σιο τής συ­νέ­ντευ­ξης, ποιες ε­ρω­τή­σεις θα θέ­σω στον πο­λι­τι­κό του ο­ποί­ου οι «πο­λι­τικές» α­να­μνή­σεις μι­σού και πλέ­ον αιώ­να, εί­ναι σί­γου­ρα έ­να α­νε­πα­νά­λη­πτο ι­στο­ρι­κό ντο­κου­μέ­ντο. Και πράγ­μα­τι αυ­τή εί­ναι η α­λή­θεια. Στον γη­ραιό­τε­ρο Αχαιό πο­λι­τι­κό δεν χρειά­ζο­νται ε­ρω­τή­σεις. Αρ­κεί μό­νο να α­κούς με προ­σο­χή τις γλα­φυ­ρές δι­η­γή­σεις του για την πο­λυ­κύ­μα­ντη ι­στο­ρί­α τής πο­λι­τι­κής του δια­δρο­μής και εί­ναι σί­γου­ρο ό­τι η ε­πι­βλη­τι­κή και στε­ντό­ρεια φω­νή του θα σε κα­θη­λώ­σει στο να θέ­λεις να μά­θεις ό­σο πιο πολ­λές ση­μα­ντι­κές λε­πτο­μέ­ρειες α­πό την νε­ό­τε­ρη Ελ­λη­νι­κή ι­στο­ρί­α...
Οι δι­η­γή­σεις του δεν έ­χουν τε­λειω­μό και η ση­μα­σί­α τους εί­ναι τε­ρά­στια, αν α­να­λο­γι­στού­με ό­τι ο Γε­ώρ­γιος Πα­πα­για­βής γεν­νή­θη­κε το 1911 στο Δρα­κο­βού­νι της Γορ­τυ­νί­ας. Εί­ναι γό­νος οι­κο­γέ­νειας που συν­δέ­ε­ται στε­νά με την ε­πα­νά­στα­ση του 1821. Ο πρό­γο­νός του Γε­ώρ­γιος Για­βής ή­ταν α­πό τα ε­πι­φα­νή μέ­λη της Φι­λι­κής Ε­ται­ρί­ας.
Γιος δα­σκά­λου, έ­γι­νε και ο ί­διος εκ­παι­δευ­τι­κός για αρ­κε­τά χρό­νια. Αλ­λά ε­πε­δί­ω­ξε ευ­ρύ­τε­ρους ο­ρί­ζο­ντες δρά­σε­ως και πέ­ρα­σε στο στί­βο της μα­χό­με­νης δι­κη­γο­ρί­ας και στη συ­νέ­χεια της πο­λι­τι­κής.   
Α­να­δεί­χθη­κε τρεις φο­ρές βου­λευ­τής Α­χα­ΐ­ας με συ­ντρι­πτι­κή πλειο­ψη­φί­α. Στον πό­λε­μο του 1940 πο­λέ­μη­σε στη «ζώ­νη των πρό­σω». Έ­λα­βε μέ­ρος σε πολ­λές μά­χες και τραυ­μα­τί­στη­κε στα υ­ψώ­μα­τα του Τε­πε­λε­νί­ου.
Στην κα­το­χι­κή πε­ρί­ο­δο μπή­κε στην Ε­θνι­κή Α­ντί­στα­ση α­πό τους πρώ­τους με το Ε­ΑΜ. Για τη συμ­με­το­χή του στην α­ντί­στα­ση κα­τά της Ι­τα­λο­γερ­μα­νικής κα­το­χής ’41 -’44 έ­λα­βε τι­μη­τι­κό δί­πλω­μα και με­τάλ­λιο.
Αλ­λά ας πά­ρου­με τα πράγ­μα­τα α­πό την αρ­χή. Με υ­πε­ρη­φά­νεια ο Γ. Πα­πα­για­βής εξα­κο­λου­θεί να δι­η­γεί­ται μια ι­στο­ρί­α των φοι­τη­τι­κών του χρό­νων. Ό­ταν το 1932 ο πρω­θυ­πουρ­γός Ε­λευ­θέ­ριος Βε­νι­ζέ­λος ε­πι­σκέ­φτη­κε την Α­κα­δη­μί­α συ­νο­δευόμε­νος α­πό τον τό­τε Υ­πουρ­γό Παι­δεί­ας Γε­ώρ­γιο Πα­παν­δρέ­ου, ή­ταν αυ­τός που ανέ­λα­βε τη βα­ριά ευ­θύ­νη του κα­λω­σο­ρί­σμα­τος του με­γά­λου Έλ­λη­να Πρω­θυ­πουρ­γού. Α­κό­μα η­χούν στα αυ­τιά του τα λό­για τού Βε­νι­ζέ­λου που α­κολού­θη­σαν τη θερ­μή χει­ρα­ψί­α με τον νε­α­ρό τό­τε φοι­τη­τή «Δεν πρέ­πει να φεισθώ­μεν ου­δε­νός μέ­σου δια την ά­θλη­σην της νε­ό­τη­τας…».
Το 1951 συμ­με­τεί­χε για πρώ­τη φο­ρά στο ψη­φο­δέλ­τιο Α­χα­ΐ­ας του Ν. Πλα­στή­ρα, έ­λαβε την τέ­ταρ­τη θέ­ση και δεν ε­ξε­λέ­γη.
Το 1963 ε­ξε­λέ­γη Βου­λευ­τής με την Έ­νω­ση Κέ­ντρου. Ή­ταν τό­τε που ο Γε­ώρ­γιος Πα­πανδρέ­ου τον εί­χε κα­λέ­σει στο πρω­θυ­πουρ­γι­κό γρα­φεί­ο λέ­γο­ντάς του: «Γιώρ­γη σε θέ­λω μα­ζί μου για­τί πιά­νεις τον παλ­μό του λα­ού, θα φέ­ρω και τον Αν­δρέ­α στη Βου­λή και τον Κα­τσι­κό­που­λο, διό­τι τι να πε­ρι­μέ­νω α­πό τους πα­λιούς…» Δώσα­νε τα χέ­ρια φι­λη­θή­κα­νε και φω­το­γρα­φή­θη­καν όρ­θιοι. Και α­πό τό­τε ο Πα­παγια­βής έ­γι­νε άν­θρω­πος του «Γέ­ρου». Ε­πα­νε­ξε­λέ­γη το 1964.
«Θυ­μά­μαι τό­τε, που το κυ­νή­γι του σταυ­ρού με έ­φερ­νε και στην Αι­γεί­ρα, ε­πι­ση­μαί­νει ο Γ. Πα­πα­για­βής, τα συ­νε­χή τα­ξί­δια α­πό χω­ριό σε χω­ριό τής Α­να­το­λι­κής Αι­για­λεί­ας με τον αγα­πη­τό φί­λο μου, τον πα­τέ­ρα σου τον Νί­κο. Τι ε­πο­χές κι αυ­τές!».
Η προ­σω­πι­κή φι­λί­α τού Πα­πα­για­βή με τον Γε­ώρ­γιο Πα­παν­δρέ­ου ή­ταν πο­λύ ισχυ­ρή, και κα­τά την «α­πο­στα­σί­α» ή­ταν ο μό­νος από τους Αχαιούς -μα­ζί με τον Αν­δρέ­α Πα­παν­δρέ­ου - που δεν πρό­δω­σαν τον Πρω­θυ­πουρ­γό.
Η ε­κτί­μη­ση που έ­τρε­φε ο «Γέ­ρος» στο πρόσωπό του διε­φά­νη και κα­τά τη διάρ­κεια της χού­ντας, ό­ταν στις 10 Δε­κεμ­βρί­ου του 1967 τον κά­λε­σε στο Κα­στρί λέ­γο­ντάς του: «Για να σου δεί­ξω πό­σο σε α­γα­πώ και πό­σο ε­ξε­τί­μη­σα τη στά­ση σου και την α­φο­σί­ω­σή σου στο πρό­σω­πό μου, θα σου ε­μπι­στευ­θώ έ­να με­γά­λο μυ­στι­κό. Αλλά προς Θε­ού, προ­σο­χή, ού­τε στη γυ­ναί­κα σου. Ε­ντός των η­με­ρών, το πο­λύ μέ­χρι τα Χρι­στού­γεν­να θα εί­μαι Πρω­θυ­πουρ­γός. Μην εκ­πλήσ­σε­σαι. Τα εί­πα­με με το βα­σι­λιά και με τον Κα­νελ­λό­που­λο. Θα τους ρί­ξει ο βα­σι­λιάς και θα κά­νου­με μια κυ­βέρ­νη­ση δύ­ο ε­τών στην ο­ποί­α θα εί­σαι ο­πωσ­δή­πο­τε βα­σι­κό στέ­λε­χος». Ήταν η υ­πό­θε­ση του α­πο­τυ­χη­μέ­νου εν τη γε­νέ­σει του (13 Δεκ.) «κι­νή­μα­τος» του Βασι­λιά.
Στα χρό­νια της χού­ντας η α­ντι­στα­σια­κή του δρά­ση ή­ταν τέ­τοια, ώ­στε να θε­ω­ρεί­ται κα­τά ε­πί­ση­μη έγ­γρα­φη γνω­μά­τευ­ση της Γεν. Α­σφά­λειας Πα­τρών ως εκ των φα­να­τι­κό­τε­ρων και ε­πι­κίν­δυ­νων ε­χθρών του κα­θε­στώ­τος στο Ν. Α­χα­ΐ­ας. Συ­νε­λή­φθη και κρα­τή­θη­κε σε αυ­στη­ρή α­πο­μό­νω­ση ε­πί αρ­κε­τές η­μέ­ρες τρεις φο­ρές. Την τε­λευ­ταί­α ο­δη­γή­θη­κε με την α­στυ­νο­μι­κή κλού­βα στο Στρα­το­δι­κεί­ο με την κα­τη­γο­ρί­α ό­τι έ­βρι­ζε δη­μό­σια την «Ε­θνο­σω­τή­ριο Κυ­βέρ­νη­ση» και υ­πο­κί­νη­σε τις έ­ντο­νες φοι­τη­τι­κές α­ντι­δι­κτα­το­ρι­κές εκ­δη­λώ­σεις στην Πά­τρα.
Ε­πρό­κει­το να ει­σα­χθεί σε δί­κη στο Στρα­το­δι­κεί­ο Α­θη­νών ό­ταν κα­τέρ­ρευ­σε η χού­ντα και α­ντί να ο­δη­γη­θεί στο Στρα­το­δι­κεί­ο κλή­θη­κε να λά­βει μέ­ρος στο Υ­πουρ­γι­κό Συμ­βού­λιο.
Θα σου δι­η­γη­θώ και έ­να ω­ραί­ο α­κό­μη για τη χού­ντα, μου λέ­ει ο κ. Παπα­για­βής, ε­κεί στο γρα­φεί­ο μου που εί­χε πορ­το­πα­ρά­θυ­ρα προς την ο­δό Κο­ρίν­θου αρ. 319 εί­χα α­ναρ­τή­σει με­γά­λη φω­το­γρα­φί­α του Γ. Πα­παν­δρέ­ου, η ο­ποί­α φαι­νότα­νε α­πό την α­κρι­βώς α­πέ­να­ντι στά­ση των Α­στι­κών Λε­ω­φο­ρεί­ων (ή­ταν αμ­φί­δρομος τό­τε η Κο­ρίν­θου) ό­που συ­γκε­ντρω­νό­ταν πο­λί­τες με α­φορ­μή τη στά­ση και σχο­λί­α­ζαν χα­ρού­με­νοι τη φω­το­γρα­φί­α.
Μια ω­ραί­α πρω­ί­α δέ­χτη­κα την ε­πί­σκε­ψη δύ­ο α­στυ­νο­μι­κών με ε­ντο­λή να α­πο­σύρω τη φω­το­γρα­φί­α. Ε­γώ βέ­βαια αρ­νή­θη­κα, έ­γι­νε έ­να μι­κρο­ε­πει­σό­διο και οι α­στυ­νο­μι­κοί α­πο­χώ­ρι­σαν. Στη συ­νέ­χεια ε­νώ α­νέ­με­να τις πε­ραι­τέ­ρω δυ­να­μι­κές ενέρ­γειες της χού­ντας εις βά­ρος μου, συ­νέ­βη ε­ντε­λώς το α­ντί­θε­το, α­ντί να απο­συρ­θεί η φω­το­γρα­φί­α α­πε­σύρ­θη η στά­ση των λε­ω­φο­ρεί­ων 100 μ. πά­ρα πέ­ρα με­τά τα Δι­κα­στή­ρια!
Στο ση­μεί­ο ε­κεί­νο του ε­πε­σή­μα­να και μια παι­δι­κή μου α­νά­μνη­ση. Με­σού­σης της δι­κτα­το­ρί­ας βρε­θή­κα­με οι­κο­γε­νεια­κώς στην Πά­τρα. Πά­με να πού­με έ­να γεια στο φί­λο μου το Γιώρ­γη, εί­πε ο πα­τέ­ρας μου. Ο Πα­πα­για­βής, κα­θι­σμέ­νος ε­ντελώς μό­νος μέ­σα στο δι­κη­γο­ρι­κό του γρα­φεί­ο, χά­ρη­κε πο­λύ που τον εί­δε. «Τι θες ε­δώ Νί­κο, του εί­πε, δε βλέ­πεις ό­τι δεν πα­τά­ει άν­θρω­πος στο γρα­φεί­ο μου; Εδώ μέ­σα πλέ­ον ό­ποιος μπαί­νει κιν­δυ­νεύ­ει να φα­κε­λω­θεί. Δεν σου α­ρέ­σει η ή­ρεμη ζω­ή στην Αι­γεί­ρα…». Έ­νοιω­σα τη συ­γκί­νη­ση του συ­νο­μι­λη­τή μου για την ανά­μνη­ση ε­κεί­νου του μα­κρι­νού πα­ρελ­θό­ντος και τον ά­φη­σα να συ­νε­χί­σει τη διή­γη­σή του.  
Ά­κρως εν­δια­φέ­ρου­σα η πε­ρι­γρα­φή για το πώς ο Πα­πα­για­βής έ­γι­νε Υ­φυ­πουρ­γός Γε­ωρ­γί­ας Στη συμ­μα­χι­κή Κυ­βέρ­νη­ση Ε­θνι­κής Ε­νό­τη­τας, του 1974. Το α­πό­γευ­μα της 25ης Ιου­λί­ου χτύ­πη­σε το τη­λέ­φω­νο στο σπί­τι του στην Πά­τρα. Μέ­σα στον α­πογευ­μα­τι­νό ύ­πνο ά­κου­σε τη γυ­ναί­κα του να του ψι­θυ­ρί­ζει «Κά­ποιος που λέ­ει ότι εί­ναι ο Κα­ρα­μαν­λής θέ­λει να σου μι­λή­σει ο­πωσ­δή­πο­τε». Ως άν­θρω­πος του «Γέ­ρου» δεν εί­χε κα­μί­α ε­πα­φή με τον Κα­ρα­μαν­λή και α­γου­ρο­ξυπνη­μέ­νος μο­νο­λό­γη­σε: «Κά­ποιος μας κο­ρο­ϊ­δεύ­ει»! Με διά­θε­ση να …βρί­σει πιά­νει το τη­λέ­φω­νο και α­κού­ει στην άλ­λη άκρη της γραμ­μής: «Α­χιλ­λέ­ας Κα­ρα­μαν­λής, κ. Παπα­για­βή, σας παίρ­νω κατ’ ε­ντο­λή του Προ­έ­δρου να έρ­θε­τε α­πό­ψε στην Α­θή­να». «Δεν έ­χω αυ­το­κί­νη­το και δεν ξέ­ρω πό­τε έ­χει λε­ω­φο­ρεί­ο» α­πάντη­σε α­μή­χα­να. «Έ­στω και αρ­γά, να έρ­θε­τε στη Με­γά­λη Βρε­τά­νια, θα α­πο­τε­λέ­σετε μέ­λος του Υ­πουρ­γι­κού Συμ­βου­λί­ου...».
Πα­ρά το μι­κρό διά­ση­μα που δι­ήρ­κε­σε η θη­τεί­α στο εν λό­γω Υφυπουργείο (26 Ιουλίου 1974 - 9 Οκτωβρίου 1974) ο κ. Πα­παγια­βής πι­στεύ­ει ό­τι ή­ταν ε­πι­τυ­χών και έ­λυ­σε πολ­λά προ­βλή­μα­τα που εκ­κρεμού­σαν.
Οι πρώ­τες με­τα­πο­λι­τευ­τι­κές ε­κλο­γές βρή­καν τον Πα­πα­για­βή βου­λευ­τή Α­χα­ΐας με την Έ­νω­ση Κέ­ντρου, ε­κλε­γό­με­νο με ε­ντυ­πω­σια­κή ά­νε­ση και μέ­χρι το 1977 άσκη­σε το έρ­γο τής α­ντι­πο­λί­τευ­σης.
Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή ή­ταν και η πα­ρέμ­βα­ση στη βου­λή για τη δη­μο­τι­κή γλώσ­σα. Συγκε­κρι­μέ­να, με τις με­ταρ­ρυθ­μί­σεις του 1976 κα­θιε­ρώ­θη­κε «γλώσ­σα δι­δα­σκα­λί­ας, η Νε­ο­ελλη­νι­κή». Α­πό τα πρα­κτι­κά τής Βου­λής, τον Α­πρί­λιο του 1976, και την ε­κτε­νή συ­ζή­τη­ση πά­νω στο σχε­τι­κό νο­μο­σχέ­διο, βρήκα­με το πα­ρα­κά­τω α­πό­σπα­σμα της ο­μι­λί­ας του Γ. Πα­πα­για­βή: «Ε­παι­νώ την κα­θιέ­ρω­ση της δη­μο­τι­κής γλώσ­σας, που ή­ταν μί­α κα­τάκτη­ση του Λα­ού, στην ο­ποί­α προ­σε­χώ­ρη­σε το Υ­πουρ­γεί­ο και η Κυ­βέρ­νη­ση και θα ή­θε­λα να πα­ρα­κα­λέ­σω να προ­χω­ρήσει πε­ραι­τέ­ρω στην κα­τάρ­γηση του α­χρή­στου πλέ­ον και δια­κο­σμη­τι­κού το­νι­κού συ­στή­μα­τος με τις βα­ρείες, τις ο­ξεί­ες κλπ»...
Στις Ε­κλο­γές του 1977 ο Πα­πα­για­βής για λί­γες ψή­φους έ­χα­σε την έ­δρα του. Το 1981 δεν έ­θε­σε υ­πο­ψη­φιό­τη­τα, α­φού ό­πως χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά ε­πι­ση­μαί­νει 26 χρό­νια αργό­τε­ρα, α­πο­σύρ­θη­κε α­πό τον πο­λι­τι­κό στί­βο α­φή­νο­ντας τό­πο στους νε­ώ­τε­ρους…
Ο Γε­ώρ­γιος Πα­πα­για­βής ό­μως πο­τέ δεν έ­πα­ψε να εί­ναι ε­νερ­γός πο­λί­της μέ­χρι σή­με­ρα, που δια­νύ­ει το 97ο έ­τος της ζω­ής του και με μια α­ξιο­θαύμα­στη διαύ­γεια πνεύ­μα­τος ε­ξα­κο­λου­θεί να δι­δά­σκει πο­λι­τι­κό ή­θος.
Θέ­λω να τον ευ­χα­ρι­στή­σω θερ­μά για τον χρό­νο που μου διέ­θε­σε, κα­τα­θέ­το­ντας τις τό­σο ση­μα­ντι­κές πο­λι­τι­κές του α­να­μνή­σεις στο α­να­γνω­στι­κό κοι­νό τής ε­φη­με­ρί­δας «Φ».
Κώ­στας Ρό­ζος
ΣΗΜ 1: Δύ­ο α­πα­νω­τά δυ­σά­ρε­στα γε­γο­νό­τα για τον κ. Πα­πα­γιαβή, ο θά­να­τος τής α­δελ­φής του και της α­γα­πη­μέ­νης του συ­ζύ­γου τον πε­ρα­σμέ­νο Ια­νουά­ριο, ε­πέ­βα­λαν για με­ρι­κούς μή­νες την α­να­βο­λή τής πα­ρουσί­α­σης αυ­τής.
ΣΗΜ 2: Τα πα­ρα­πά­νω α­πο­τε­λούν μό­νο έ­να μι­κρό από­σπα­σμα των α­τε­λεί­ω­των δι­η­γή­σε­ών του.